- ακάνθιο
- το (Α ἀκάνθιον) [ἄκανθα]μικρή άκανθα, αγκαθάκιαρχ.είδος άκανθας* γαϊδουράγκαθο.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
γαϊδουράγκαθο — Θάμνος που ανήκει στην οικογένεια των ακανθιδών. Η επιστημονική ονομασία του είναι ονόπορδο το ακάνθιο. Γαϊδουράγκαθο, θάμνος που ανήκει στην οικογένεια των ακανθιδών. * * * το βοτ. άγριο φυτό της τάξης των Συνθέτων* ή των Σκιαδοφόρων* … Dictionary of Greek
Νικομήδης — I Όνομα πέντε βασιλιάδων της Βιθυνίας, από τους οποίους σημαντικότεροι είναι: 1. Ν. Α’ (; – 260 π.Χ.). Γιος και διάδοχος (279) του Ζιποίτη, συμμαχώντας με τον Αντίγονο Γονατά της Μακεδονίας, εδραίωσε το βασίλειό του και εξουδετέρωσε την… … Dictionary of Greek
Σύνθετα ή Κομπόζιτα — Μεγάλη οικογένεια φυτών της τάξης των καμπανουλιδών (δικοτυλήδονα), η οποία περιλαμβάνει κυρίως πόες, που χαρακτηρίζονται από ταξιανθίες κεφάλια. Κάθε κεφάλι αποτελείται από πλήθος ανθίδια, ενωμένα πάνω σε μια δισκοειδή, θολωτή ή κωνική ανθοδόχη … Dictionary of Greek